Tag: “Broadway

Συνεντεύξεις - Παρουσιάσεις

Χρήστος Πολίτης : ” Ο Φώσκολος δεν με συμπάθησε ποτέ. Ούτε εγώ αυτόν. “

Για τους λάτρεις της στατιστικής, η ηλικία του Χρήστου Μασσαλά είναι μικρότερη από τη διάρκεια της αποχής του Χρήστου Πολίτη από τον κινηματογράφο (35 και 47 χρόνια αντίστοιχα), όμως χρειάστηκε η επιμονή και το όραμα ενός κατά πολύ νεότερού του σκηνοθέτη για να πειστεί ο βετεράνος ηθοποιός να υποδυθεί ξανά ένα ρόλο μπροστά στην κινηματογραφική κάμερα. Σχεδόν μισό αιώνα μετά την τελευταία του εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη, περίπου δυόμιση δεκαετίες από τότε που έπεσε η αυλαία της θεατρικής του καριέρας και δεκαεπτά χρόνια μετά την προβολή του τελευταίου από τα 3457 επεισόδια της «Λάμψης», μιας σειράς που -δεδομένου ότι η τηλεθέασή της άγγιξε επίπεδα που από τότε δεν έχει πλησιάσει άλλη καθημερινή- θα ήταν μόνο μικρή υπερβολή να πούμε ότι την παρακολουθούσε όλη η Ελλάδα, χαρίζοντάς του χρήματα και δόξα, αλλά κοστίζοντας του ψυχική γαλήνη και «κύρος» στα μάτια μερίδας του κόσμου, η ήδη πολυσυζητημένη ερμηνεία του Χρήστου Πολίτη στο “Broadway” δεν σηματοδοτεί την επιστροφή στα πράγματα ενός εμβληματικού και εν μέρει παρεξηγημένου ηθοποιού που τελικά είχε λείψει πολύ από τον κόσμο.  Όχι, είναι η έγκριτη ολοκλήρωση του κύκλου μιας καριέρας που είχε ξεκινήσει, και μάλιστα με μία βραβευμένη ερμηνεία, από τον κινηματογράφο. Είναι το κύκνειο άσμα του, όπως λέει ο Χρήστος Πολίτης στη μεγάλη συνέντευξη που ακολουθεί, μιλώντας με ζέση για όλη του τη ζωή. Και για όσα έχει κάνει ως ηθοποιός (τα καλλιτεχνικά ή/και εμπορικά ζενίθ και ναδίρ) και για όσα πιστεύει ως άνθρωπος (όπως την αποστροφή του για την εκκλησία και -κυρίως- τους κακοποιητές συναδέλφους του).  “Η σεμνότητα είναι μεγάλο προσόν. Η σοβαρότητα επίσης. Η αγωνιστικότητα και το πάθος να υπηρετήσεις αυτό που πιστεύεις, να μην τσιγκουνευτείς να ξοδέψεις την ψυχή σου, την ύπαρξη σου ολόκληρη, αυτά είναι σημαντικά πράγματα. Ειλικρινά ποτέ δεν ήθελα να γίνω σταρ”. λέει στο Magazine  Όλοι ξέρουμε ότι δεν τη γλίτωσε. “Τη μέθεξη που υπήρχε μεταξύ εμού με το κοινό, δεν θα την αντικαθιστούσα με το οποιοδήποτε Χόλιγουντ. Σκεφτόμουν ότι αν πήγαινα εκεί, θα έπεφτα με τα μούτρα στα ναρκωτικά και στα κρεβάτια. Δεν μου έλεγαν τίποτα όλα αυτά.”/ Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος. Κύριε Πολίτη, πώς νιώθετε βλέποντας ξανά μετά από τόσα χρόνια τον εαυτό σας στη μεγάλη οθόνη;Είχα αγωνία γιατί στα γυρίσματα δεν είδα ούτε ένα πλάνο. Το ζήτησα για να δω πώς γράφω. Δεν επιτρεπόταν και ως καλός μαθητής έπρεπε να υπακούσω. Ευτυχώς πήγαν όλα καλά. Έκανα την τελευταία μου ταινία πριν από 47 χρόνια. Ήταν «Ο αστερισμός της Παρθένου» της Φίνος Φιλμ. Μετά είπα ότι δε γουστάρω άλλο το «σταριλίκι» του κινηματογράφου, με ενδιέφερε το θέατρο. Έτσι δημιούργησα το Απλό Θέατρο. Ήταν τότε η πτώση της χούντας και ήθελα να κάνω καλό θέατρο στην επαρχία. Μέχρι τότε όλοι οι σταρ πήγαιναν στην επαρχία για να τα κονομήσουν, να εξαργυρώσουν τη διασημότητα τους. Εγώ αυτά δεν τα ήθελα. Τα έβρισκα σαχλά. Είναι εκμετάλλευση του κοινού να λες πέντε-έξι ανέκδοτα για να τα κονομήσεις. Το πρώτο έργο που ανέβασα ήταν το «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» του Άρθουρ Μίλερ, ο οποίος είχε απαγορεύσει να παίζονται τα έργα του κατά τη διάρκεια της χούντας. Με το που έπεσε, επετράπη. Πήρα την άδεια και το ανέβασα. Και περιοδεύατε σε όλη την Ελλάδα;Από το Νευροκόπι μέχρι την Κρήτη. Ο στόχος μου, όπως είπα, ήταν να κάνω ποιοτικό θέατρο στην επαρχία. Ακριβώς επειδή δεν ήμουν απλά ένας ηθοποιός του περιφερειακού θεάτρου, αλλά ήμουν ο Χρήστος Πολίτης, σκέφτηκα ότι όλο αυτό θα τραβούσε και άλλους ομότιμους, ας πούμε. Δηλαδή γιατί να στερείται η επαρχία του καλού θεάτρου; Αλλά δεν ακολούθησε κανείς. Το δεύτερο έργο που παρουσίασα ήταν το «Η ζωή είναι ένα όνειρο» του Καλντερόν δε λα Μπάρκα. Ο Λόρκα είχε κάνει ένα θίασο με φοιτητές, τον λεγόμενο «La Baracca» («Η Παράγκα»), και το έπαιζε σε όλη την επαρχία της Ισπανίας. Δύσκολο έργο, με σκηνικά του Βασίλη Φωτόπουλου. Δεν είχε παιχτεί ποτέ στην Ελλάδα. Πήρα και τη Δανδουλάκη μαζί μου, τον σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενο Παρτσαλάκη, τέλος πάντων ήταν μια αξιόλογη δουλειά.  Το κοινό στην επαρχία πώς υποδέχτηκε αυτές τις δύσκολες, όπως λέτε, παραστάσεις εκείνη την εποχή;Σχεδόν παραξενεύτηκε. Πω πω τι είναι αυτό που μας έφερε ο Πολίτης, έλεγαν. Μιλάμε για το ’76 πια. Σε μερικές περιοχές συναντήσαμε δυσκολίες. Περίμεναν τον Πολίτη, τον ήρωα των πολεμικών ταινιών, τον γόη, τον ωραίο, τον ζεν πρεμιέ κλπ. Εμένα δεν με ενδιέφεραν αυτά. Γι’ αυτό δεν δέχτηκα ποτέ να κάνω ένα «Θίασο Χρήστου Πολίτη». Το θέατρό μου λεγόταν «Απλό Θέατρο». Το όνομά μου ήταν το τελευταίο πράγμα που με ένοιαζε. Ήσασταν όμως ήδη διάσημος.Αν όλα αυτά δεν μου προκαλούσαν απέχθεια, θα είχα ακολουθήσει άλλη πορεία. Για παράδειγμα, το ’72 έπαιξα «Ορέστεια» στην Επίδαυρο. Στους θεατές ήταν ο συγγραφέας Ίρβινγκ Στόουν, ο οποίος γοητεύτηκε από μένα, έγραψε ότι η μεγάλη επιτυχία της παράστασης οφείλεται προφανώς στο Εθνικό Θέατρο αλλά και στον λαοφιλή νεαρό πρωταγωνιστή κλπ. Μου πρότεινε να συνεργαστώ με έναν Αμερικανό μάνατζερ, ο οποίος υποστήριζε ότι αυτός ο Έλληνας δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους αντίστοιχους δικούς μας, ότι θα μπορούσα δηλαδή να περάσω στην Αμερική ως κάτι παραπάνω από ένας «ειδικός», μεσογειακός ρολίστας. Ήταν δελεαστικό αλλά αρνήθηκα γιατί σκέφτηκα το εξής: εκείνο το χρόνο έπαιξα στην Επίδαυρο που τότε ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση. Έπαιζαν Παξινού, Μινωτής, Συνοδινού, Κατράκης, όλοι αυτοί. Η απήχηση που είχα, ή μάλλον η επικοινωνία με τον κόσμο, ήταν πολύ σημαντική. Ήμουν πρωτόβγαλτος ηθοποιός, μόλις τριών χρόνων, ο πρώτος νεαρός που έπαιξε «Ορέστεια». Μπράβο Πολίτη, φώναζε ο κόσμος. Όχι το μπράβο, αλλά τη μέθεξη που υπήρχε μεταξύ εμού με το κοινό, δεν θα την αντικαθιστούσα με το οποιοδήποτε Χόλιγουντ. Σκεφτόμουν ότι αν πήγαινα εκεί, θα έπεφτα με τα μούτρα στα ναρκωτικά και στα κρεβάτια. Δεν μου έλεγαν τίποτα όλα αυτά.  Εμένα δεν με μάγεψε ποτέ τίποτα. Ή μάλλον το μόνο που με μάγευε και με μαγεύει ακόμη είναι να συναντώ ανθρώπους που έχουν ταλέντο. Τότε συγκινούμαι πραγματικά. Θα ανοίξω μια παρένθεση, αν δεν έχετε αντίρρηση, γιατί σε λιγότερο από 100 μέρες θα γίνω 80 χρόνων. Παρακαλώ. Σας συγκινεί αυτό το επερχόμενο γεγονός;Πολλά από όσα συμβαίνουν τώρα, όπως και τότε, μου φαίνονται αποκρουστικά. Όταν ξεκίνησα είχαμε Χούντα, κάτι αδιανόητο για μένα. Δούλευα όμως. Δεν πήρα το καριοφίλι να κάνω αντίσταση. Η θέση μου